Τετάρτη, Νοεμβρίου 08, 2006

 

ΕΣΥ ΠΗΡΕΣ ΤΗ ΔΟΣΗ ΣΟΥ ΣΗΜΕΡΑ;

Γιατί ως γνωστόν με λίγο ρατσισμό την ημέρα το γιατρό τον κάνεις πέρα.

Ξεκινώντας θέλω να πω ότι θεωρώ όλες τις κοινωνίες ρατσιστικές. Και όταν λέω όλες, εννοώ όλες από κτίσεως κόσμου, από την αρχή του πολιτισμού. Δεν υπήρξε ποτέ καμιά ιδανική κοινωνία ισότητας, και ισονομίας. Ακόμα και στην κοινωνία των τροφοσυλλεκτών υπήρχαν διακρίσεις, είτε είχαν να κάνουν με το φύλο, είτε είχαν να κάνουν με τη θέση του καθενός στην ιεραρχία. Και μου πει κανείς μαλακίες για το δίκιο του ισχυρού και του ικανότερου και όλες αυτές τις θεωρίες του κοινωνικού δαρβινισμού που δημιουργήθηκαν για να δικαιολογήσουν τις ρατσιστικές παπαριές. Έχοντας ζήσει εκατόμβες νεκρών μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, αποφασίσαμε λοιπόν ότι θα πρέπει να δημιουργήσουμε μια λιγότερο ρατσιστική κοινωνία, είτε ως προς τους αλλόφυλους, είτε ως προς τους αλλόθρησκους, είτε ως προς τις γυναίκες, τους ομοφυλόφιλους, τους φτωχούς, οποιοδήποτε τέλος πάντων θύμα διακρίσεων. Καταφέραμε βέβαια μια τρύπα στο νερό, η πολιτική ορθότητα που επικράτησε εις την Εσπερίαν εμπεριέχει μπόλικη υποκρισία, τι θα πεις, πως θα το πεις έχει σημασία, και ας δείχνεις με τη συμπεριφορά σου ότι στα τέτοια σου τον γράφεις τον άλλο, τον κατώτερο, τον υπάνθρωπο.

Εμείς εδώ στην Ελλαδάρα μας, ρατσισμό δεν είχαμε. Ούτε πολιτική ορθότητα είχαμε, εμείς οι ανώτεροι τα λέγαμε όλα με το όνομα τους, οι ρομά ήτανε γύφτοι, οι χωριάτες βλάχοι, οι γυναίκες για την κουζίνα. Στην τέλεια κοινωνία που είχαμε φτιάξει μεταπολεμικά, διώχνοντας το μισό πληθυσμό της χώρας στο εξωτερικό, δεν υπήρχε χώρος για ρατσιστική αντιμετώπιση. Στα άγια τούτα χώματα μας, όλοι ήμασταν ίσοι, φωνάζαμε κιόλας για το ρατσισμό που τρώγανε στη μάπα οι μετανάστες συμπατριώτες μας στις χώρες υποδοχής τους. Όλα αυτά μέχρι το 90, μέχρι να ανακαλύψουμε ότι υπάρχουν και χώρες φτωχότερες από τη δική μας, που οι πολίτες τους ήθελαν να γευτούν τον καπιταλιστικό παράδεισο στην Ελλάδα, το λίκνο της δημοκρατίας. Ξεχάσαν βέβαια ότι η υποδειγματική αθηναϊκή δημοκρατία στηριζόταν σε μια δουλοκτητική κοινωνία. Αυτοί λοιπόν θα γίνονταν οι δούλοι μας, θα τους εκμεταλλευόμασταν και μετά θα τους στέλναμε πίσω στη χώρα τους με επιχειρήσεις-σκούπα, γιατί αυτοί δεν ήταν άνθρωποι, δεν είχαν όνομα, ήταν απλά Αλβανοί, Βούλγαροι, Πακιστανοί.

Έτσι είχαν τα πράγματα, ώσπου να αντιληφθούμε ότι κάποιοι από αυτούς ήρθαν για να μείνουν, και όχι για να βγάλουν λεφτά και να γυρίσουν στη χώρα τους. Και τότε έγιναν τα μύρια όσα, απαγόρευση παρουσίας ξένων σε συγκεκριμένα χωριά, αντιδράσεις για το σήκωμα του εθνικού μας συμβόλου από αλλοδαπούς, μη αναγνώριση των παιδιών τους, που γεννιούνται στην Ελλάδα. Το μπάχαλο ήρθε να συμπληρώσει και ο αμφισβητούμενος βιασμός της νεαρής Βουλγάρας από τους συμμαθητές της, η καθολική αντίδραση του κοινωνικού περίγυρου εκεί, στο χωριό της Εύβοιας, ήταν, η ξένη πουτάνα παρέσυρε τα παιδιά μας.

Όλες οι κοινωνίες διακατέχονται από ρατσισμό. Ο δικός μας ο ελληνικός, απλά χαρακτηρίζεται από μια αίσθηση απωθημένου, ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας, ρε πούστηδες για χρόνια ήμασταν η Ψωροκώσταινα και μας πηδούσατε, τώρα που έχουμε εμείς το πάνω χέρι θα σας δείξουμε. Και τους δείξαμε.

Γιαυτό όταν ξανακούσετε το τιμημένο σύνθημα δε θα γίνεις Έλληνας ποτέ Αλβανέ, Αλβανέ, ή όταν ψάχνοντας για σπίτι διαβάσετε στην αγγελία αποκλείονται αλλοδαποί, αναρωτηθείτε και εσείς μαζί μου τι νόημα έχουν οι τηλεοπτικές μπουρδολογίες ότι ο Έλληνας άδικα κατηγορείται ως ρατσιστής, ελληνικό έθνος γαρ φιλεύσπλαχνο και ξένιο εστί, βαρβαρικά φύλα δε, ποταπά εισί.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?